Ο δρ. Χρήστος Αρβανιτίδης στην “Π”
Άρθρο από :https://www.patris.gr/2019/04/09/plironoyme-tis-synepeies-tis-klimatikis-allagis/
Οάνθρωπος αναγκάζει τη βιοποικιλότητα και τα οικοσυστήματα να γίνουν φτωχότερα, λιγότερο παραγωγικά και περισσότερο ευάλωτα σε μελλοντικές αλλαγές.
Το παραπάνω επισημαίνει σε συνέντευξή του στην “Π» ο διευθυντής Ερευνών στο Ινστιτούτο Θαλάσσιας Βιολογίας, Βιοτεχνολογίας και Υδατοκαλλιεργειών στο Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών, δρ Χρήστος Αρβανιτίδης, ο οποίος αναλαμβάνει τα ηνία της Ευρωπαϊκής Υποδομής LifeWatch ERIC.
“Η περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου είναι ιδιαίτερα ευαίσθητη διότι είναι μια ημίκλειστη θαλάσσια περιοχή.
Οι επιπτώσεις στη χώρα μας αλλά και ανατολικότερα είναι πιο σοβαρές από τις υπόλοιπες περιοχές της Μεσογείου”, σχολιάζει για την κλιματική αλλαγή.
Το κείμενο της συνέντευξης έχει ως εξής:
Ποιος είναι ο νέος σας ρόλος και ποιος ο στόχος σας για τη θητεία σας που μόλις ξεκίνησε;
“Ο νέος μου ρόλος είναι εκείνος του γενικού διευθυντή της ευρωπαϊκής υποδομής LifeWatch ERIC. Ο άμεσος στόχος της θητείας μου, η οποία τυπικά θα ξεκινήσει μόλις πάρω άδεια από τη θέση μου στο ΕΛΚΕΘΕ, είναι η ολοκλήρωση των διαδικτυακών υπηρεσιών που έχουν αναπτυχθεί μέχρι τώρα από όλες τις χώρες που συμμετέχουν στην Υποδομή και η διασύνδεσή τους με άλλες ευρωπαϊκές Υποδομές”.
Ποια είναι τα μέχρι σήμερα συμπεράσματα από την παρατήρηση των αλλαγών στη θαλάσσια βιοποικιλότητα; Ποια είδη κινδυνεύουν, ποια είναι τα νέα που εμφανίζονται;
“Στο Ινστιτούτο Θαλάσσιας Βιολογίας, Βιοτεχνολογίας και Υδατοκαλλιεργειών διεξάγουμε αρκετά προγράμματα παρακολούθησης της θαλάσσιας βιοποικιλότητας και των οικοσυστημάτων τόσο της Κρήτης όσο και άλλων περιοχών της χώρας μας. Επίσης, πολλαπλά ερευνητικά έργα καθώς και οι ηλεκτρονικές υπηρεσίες μαζί με τις τεχνολογικές πλατφόρμες τριών από τις ερευνητικές υποδομές του Ινστιτούτου (LifeWatchGreece, CMBR, Elixir_Gr) εμπλέκονται ενεργά με την παρακολούθηση της ποιότητας των θαλασσίων ενδιαιτημάτων.
Ιδιαίτερα στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, η εικόνα που έχουμε από την παρακολούθηση της βιοποικιλότητας είναι ότι σταθερά υποχωρούν τα είδη που συνήθως είναι ενδημικά της Μεσογείου ή προέρχονται από τον Ατλαντικό και κυρίως εκείνα που βρίσκονται στα ρηχά ενδιαιτήματα. Τον χώρο τους καταλαμβάνουν σε πολλές περιπτώσεις τα είδη που χαρακτηρίζονται Λεσσεψιανοί μετανάστες, δηλαδή εκείνα που προέρχονται από τον Ινδο-Ειρηνικό.
Η κατάσταση χαρακτηρίζεται αρκετά κρίσιμη διότι τα ρηχά κυρίως ενδιαιτήματα εμφανίζουν σταθερή υποχώρηση και στην περιοχή της Κρήτης, όπως εκείνο του ρηχού σκληρού υποστρώματος (βράχος, πέτρες) που κατοικείται από τα φωτόφιλα φύκη.
Τέτοιου είδους αλλαγές σε συνδυασμό με τα είδη ιχθύων ινδο-ειρηνικής προέλευσης , όπως ο γνωστός πλέον “λαγοκέφαλος” και το νεότερο “λεοντόψαρο”, προκαλούν ραγδαίες αλλαγές στα οικοσυστήματα με επιπτώσεις στην παραγωγικότητά τους αλλά και στο εισόδημα των χρηστών που εξαρτώνται από αυτά”.
Πού οφείλονται οι αλλαγές; Ο άνθρωπος τι ρόλο έχει παίξει σε αυτές;
“Ο σύγχρονος πολιτισμός και η υπερ-δραστηριότητα σε συγκεκριμένους τομείς της σύγχρονης οικονομίας μας ευθύνονται για τις αλλαγές που παρατηρούμε.
Συγκεκριμένα, παράγοντες όπως η ανάπτυξη της παράκτιας ζώνης, ο κατακερματισμός των ενδιαιτημάτων, η ρύπανση και ο ευτροφισμός, η ναυσιπλοΐα και η κλιματική αλλαγή είναι οι κυριότεροι παράγοντες που επιφέρουν τις παρατηρούμενες αλλαγές”.
Στην Ελλάδα συμβαίνει ό,τι και σε άλλες περιοχές; Οι θάλασσές μας έχουν επηρεαστεί περισσότερο ή λιγότερο από την κλιματική αλλαγή, για παράδειγμα, σε σχέση με άλλων περιοχών;
“Η περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου είναι ιδιαίτερα ευαίσθητη διότι είναι μια ημίκλειστη θαλάσσια περιοχή. Οι επιπτώσεις στη χώρα μας αλλά και ανατολικότερα είναι πιο σοβαρές από τις υπόλοιπες περιοχές της Μεσογείου.
Όμως και σε εκείνες τις περιοχές οι αλλαγές είναι πλέον ορατές και μοιάζουν με τις αλλαγές που παρατηρούσαμε στις δικές μας θάλασσες πριν μια με δύο δεκαετίες”.
Η ελληνική πολιτεία, η Ευρωπαϊκή Ένωση και τα υπόλοιπα κέντρα λήψεων αποφάσεων τι κάνουν ή τι μπορούν να κάνουν;
“Τόσο η ΕΕ όσο και η χώρα μας έχουν ήδη εγκαθιδρύσει ένα νομικό πλαίσιο, μηχανισμούς παρακολούθησης και μέτρα αντίδρασης και προστασίας. Ακόμη και η ανάπτυξη της υποδομής LifeWatch συνεισφέρει πολύ προς την κατεύθυνση αυτή με τα παρατηρητήρια και τα δεδομένα που διαθέτει για τη βιοποικιλότητα.
Η φύση όμως αλλά και το μέγεθος των επερχόμενων αλλαγών είναι τέτοιο που ξεπερνάει αρκετές φορές τα μέσα που έχουμε στη διάθεσή μας”.
Ο καθένας από εμάς πώς μπορεί να συνεισφέρει ώστε να προστατεύσουμε τις θάλασσές μας;
“Ο καθένας μας μπορεί προφανώς να βοηθήσει είτε ακολουθώντας απλές πρακτικές, όπως το να αποφεύγει να ρυπαίνει, ιδιαίτερα με πλαστικά υλικά, να παρατηρεί τα ρηχά ενδαιτήματα και να αναφέρει ό,τι ασυνήθιστο βλέπει στους αρμόδιους φορείς (ΕΛΚΕΘΕ) είτε παίρνοντας μέρος στις δράσεις των πολιτών-επιστημόνων που αναπτύσσονται στις θάλασσές μας”.
Υπάρχει επιστροφή στην πρότερη κατάσταση ή το ποτάμι δεν γυρίζει πίσω;
“Δεν υπάρχει επιστροφή και δεν θα μπορούσε να υπάρχει επιστροφή έστω και αν δε συνέβαιναν οι συγκεκριμένες αλλαγές. Ο λόγος είναι ότι η βιοποικιλότητα και τα οικοσυστήματα εξελίσσονται συνεχώς στον χρόνο.
Το πρόβλημα όμως έρχεται από το γεγονός ότι επεμβαίνουμε στην εξέλιξη αυτή των οικοσυστημάτων και την εξαναγκάζουμε να συμβεί σε συγκεκριμένη τροχιά με τους παράγοντες που αναφέρονται παραπάνω.
Με άλλα λόγια, αναγκάζουμε τη βιοποικιλότητα και τα οικοσυστήματα να γίνουν φτωχότερα, λιγότερο παραγωγικά και περισσότερο ευάλωτα σε μελλοντικές αλλαγές”.
Η βιοποικιλότητα στο επίκεντρο
Ο δρ Χρήστος Αρβανιτίδης, ΙΘΑΒΒΥΚ, ΕΛΚΕΘΕ, έχει εμπλοκή σε πάνω από 60 ερευνητικά και εκπαιδευτικά προγράμματα και συντονισμό σε επτά. Έχει προσελκύσει χρηματοδοτικούς πόρους ύψους 7 εκατ. ευρώ. Έχει περισσότερες από 80 δημοσιεύσεις σε διεθνή περιοδικά με κριτές και δείκτη βαρύτητας.
Είναι προσκεκλημένος εκδότης στα περιοδικά Marine Ecology Progress Series και Journal of Sea Research, μέλος του εκδοτικού συμβουλίου του Transitional Waters Bulletin, συνεργαζόμενος εκδότης των Frontiers in Marine Science και Biodiversity Data Journal, κριτής σε πάνω από 45 επιστημονικά περιοδικά με κριτές, μέλος των Society for the Marine European Biodiversity Data (SMEBD), εκδοτικού συμβουλίου του Word Register of Marine Species (WoRMS), επιστημονικού συμβουλευτικού συμβουλίου του International Polychaete Association (IPA), μέλος του ICES task group 6 working on the seafloor integrity (EU MSDF), ειδικός εμπειρογνώμονας του UN World Ocean Assessment και μέλος του επιστημονικού συμβουλίου του Institut Méditerranéen de Biodiversité et d’Ecologie marine et continentale (IMBE, Μασσαλία).
Το επιστημονικό ενδιαφέρον του είναι εστιασμένο στα πεδία της θαλάσσιας βιοποικιλότητας, λειτουργικής ποικιλότητας και των παράκτιων οικοσυστημάτων. Ο κύριος όγκος του επιστημονικού του έργου αναφέρεται στις συγκρίσεις προτύπων πληροφορίας βιοποικιλότητας από πολλαπλά επίπεδα της βιολογικής οργάνωσης και κλίμακες παρατήρησης, με γνώμονα την ανάπτυξη νέων προσεγγίσεων